Επιστολή Μίκη Θεοδωράκη στον Γιάννη Δημητροκάλλη



Αγαπητέ κ. Δημητροκάλλη,
         
Διάβασα στο Ιντερνετ ότι αποκαλείτε το Δημοκρατικό μας Πολίτευμα «Φεουδαρχική Δημοκρατία», η οποία όπως λέτε «παραδίδει στον Πρωθυπουργό την μονοπωλιακή διαχείριση της Εξουσίας. Γιατί μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και φυσικά θέλει ό,τι πολίτικά τον συμφέρει».

Είναι η πρώτη φορά στα τελευταία χρόνια που βρίσκω κάποιον συμπατριώτη μου να γράφει αλήθειες που εγώ άρχισα να τις λέω από την επομένη της τραγικής για το μέλλον του Πολιτεύματός μας αναθεώρησης του Συντάγματος στα 1986, την οποία ψήφισαν το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ. Με αυτήν καταργήθηκε ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας, ενώ ο Πρωθυπουργός έγινε ανεξέλεγκτος Άρχων της χώρας δηλαδή κατ’ ουσίαν ένας «δημοκρατικός Δικτάτορας», δεδομένου ότι πλέον δεν υπάρχει θεσμική δύναμη να τον εμποδίσει εκτός από εκείνη του … εαυτού του! Εγώ τότε, αν και βουλευτής του ΚΚΕ, αφού ανέλυσα λεπτομερώς τις δραματικές για το μέλλον του Λαού μας συνέπειες  από αυτή την μετάβαση των ευθυνών και δικαιοδοσιών του Προέδρου στους ώμους ενός ανδρός δηλαδή του Πρωθυπουργού, που είχε επί πλέον θεσμικά υπό τον έλεγχό του την Νομοθετική και την Εκτελεστική Εξουσία, διότι καταλήγει σε μια αλλοίωση του Πολιτεύματος, που από δημοκρατικό μεταβάλλεται σ’ αυτό που λέτε σήμερα κι εσείς «Πολίτευμα Φεουδαρχικής Δημοκρατίας», δήλωσα ότι δεν θα ψηφίσω την αναθεώρηση του Συντάγματος το 1986 παραβαίνοντας την απόφαση του Κόμματος και αναλαμβάνοντας την ευθύνη γι’ αυτή μου την πράξη.

Σήμερα, είμαι υπερήφανος που είχα την δύναμη να αντισταθώ στην προσπάθεια του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ που προκειμένου να εκφοβίσει το σώμα των Βουλευτών, κατέφυγε σε απαράδεκτες ενέργειες όπως αυτή των χρωματιστών ψηφοδελτίων και της τοποθέτησης δεκάδων προβολέων που φώτιζαν εκτυφλωτικά τους βουλευτές με την μέθοδο των ανακρίσεων των ολοκληρωτικών καθεστώτων. Επρόκειτο για μίαν ΥΒΡΙΝ κατά των εκπροσώπων του Λαού και γι’ αυτό όσοι εψήφισαν αυτή την ντροπιαστική και άθλια παραμόρφωση του Πολιτεύματος το έκαναν με σκυμμένο το κεφάλι.

Να λοιπόν που με τον κ. Τσίπρα φτάσαμε στην αποθέωση αυτής της απαράδεκτης ενέργειας, όταν το 85% τουλάχιστον του ελληνικού λαού έχει καταστεί αδύναμος θεατής μπροστά του. Ένας παρατηρητής που δεν έχει άλλο όπλο από τις βερμπαλιστικές ανώδυνες καταγγελίες, τη στιγμή που συμβαίνουν γύρω μας σημεία και τέρατα που όχι μόνο μας ντροπιάζουν ως Λαό και ως χώρα αλλά -το χειρότερο- μας οδηγούν σε ένα κατήφορο καθημερινής εθνικής καταστροφής. Έως πότε λοιπόν ο πολιτικός κόσμος, η ελληνική διανόηση, τα συνδικάτα και τα ΜΜΕ θα παρακολουθούν με δεμένα τα χέρια, ανίκανοι να αντιδράσουν, ενώ η χώρα βυθίζεται;

Και είναι όχι μόνο άδικο αλλά και τραγικό για την Ελλάδα, τη στιγμή κατά την οποία έχει ανάγκη από μια σύσσωμη πανεθνική και παλλαϊκή προσπάθεια να βγει επί τέλους από την βαθειά κρίση, να έχει η χώρα επί κεφαλής τιμονιέρη Πρωθυπουργό έναν άνδρα που στηρίζεται επάνω σ’ ένα κόμμα που το ελέγχουν οι εθνομηδενιστές. Αυτοί που χαίρονται με τα καμένα δάση, τις πετρελαιοκηλίδες, τις ματαιώσεις κάθε επενδυτικής προσπάθειας σαν αυτή του Ελληνικού (την μόνη που δεν θα καρπωθούν οι ξένοι αλλά οι Έλληνες) και βρίσκουν αρχαία και δάση εκεί που για δεκαετίες ανέβαιναν και κατέβαιναν αεροπλάνα κι αυτοί δέχονταν οι διάδρομοι απογείωσης και προσγείωσης να σκεπάζουν τα αρχαία και τα δάση. Σα δεν ντρεπόμαστε…

Ξέρουν όμως, ότι ο ηγέτης τους έχει δικτατορικά δικαιώματα και μας χορεύουν στο ταψί.

Και αν ακόμα θεωρούν τον εαυτό τους συνυπεύθυνο γι’ αυτή την αλλοίωση του Πολιτεύματος, εγώ όπως είπα, όχι μόνο δεν την εψήφισα αλλά έκτοτε σε κάθε ευκαιρία χτυπώ τον κώδωνα του κινδύνου. Φυσικά δεν με ακούν, γιατί τους αρέσει να με θεωρούν πολιτικά εξοντωμένο. Δεν με πειράζει. Ας συνεχίσουν να με αγνοούν. Φτάνει να με προσέξουν αυτή την ύστατη ώρα. Τους λέω λοιπόν, ότι εκεί που φτάσαμε, η μοναδική πρωτοβουλία που θα μας σώσει είναι η παραίτηση των βουλευτών της Αντιπολίτευσης, ώστε να διαλυθεί η σημερινή Βουλή και να προχωρήσουμε σε εκλογές.

Με είπαν βιαστικό. Όμως ας πάρω σαν παράδειγμα την Χιλή που μετά από 17 χρόνια ο Λαός της στην πρώτη σφυγμομέτρηση μετά την πτώση της δικτατορίας έδωσε ποσοστό 53% στον δικτάτορα Πινοσέτ και μόλις 17% στον Πρόεδρο Αλλιέντε. Που πάει να πει, ότι ένας Λαός που πιέζεται πολύ, έχει περισσότερες πιθανότητες να μοιάσει με τους καταπιεστές του παρά με τους αγωνιστές που παλεύουν για την ελευθερία του. Σήμερα βλέπω τον Λαό μας να γίνεται όλο και περισσότερο ανεκτικός και τρομάζω.

Γι’ αυτό βιάζομαι.

Αγαπητέ κ. Δημητροκάλλη, χαίρομαι που το άρθρο σας μου έδωσε την ευκαιρία να επανέλθω στην πρότασή μου και γι’ αυτό σας ευχαριστώ θερμά.

Αθήνα, 6.10.2017
Μίκης Θεοδωράκης

Σχόλια