Μίκης Θεοδωράκης: «Πόλεμος ή Ειρήνη;» - της Αναστασίας Βούλγαρη

Κείμενα για τους «Διαλόγους στο Λυκόφως» του Μίκη Θεοδωράκη- (γ)




Ο ζητούμενος άνθρωπος
Αν ο πυρήνας της σκέψης του Μίκη Θεοδωράκη βρίσκεται στη θεωρία του για τον «νόμο της συμπαντικής αρμονίας », το τρίπτυχο «Ομιλία στους Δελφούς/Η αγριότητα του πολιτισμού1»- «Αντιμανιφέστο»2- «Συμπαντική Αρμονία»3, συνθέτει το μανιφέστο του νέου αγώνα.
Ο Μίκης Θεοδωράκης ξεκινά από το πρόβλημα του πολέμου και της ειρήνης (Ομιλία στους Δελφούς) , συνεχίζει με το ζητούμενο του ελεύθερου χρόνου και του πολιτισμού (Αντιμανιφέστο) και καταλήγει στην πλήρη ολοκλήρωση του ανθρώπου με την ταύτισή του με τη συμπαντική αρμονία.
Ο ζητούμενος άνθρωπος είναι εκείνος ο οποίος θα δράσει μέσα σ’ ένα περιβάλλον ειρήνης, αδούλωτης εργασίας, πολιτισμού και επικοινωνίας με τις τέχνες και θα δημιουργήσει και αναπτύξει το πραγματικά δημοκρατικό κοινωνικοπολιτικό σύστημα, του οποίου η ομαλή λειτουργία και η, συνεχώς εξελισσόμενη, διατήρηση θα εξασφαλιστεί όταν ο άνθρωπος ανακαλύψει την πεμπτουσία της ύπαρξής του και ταυτιστεί με την συμπαντική αρμονία.

Υπάρχει μία σαφής διαφοροποίηση του Μίκη Θεοδωράκη από τη μαρξιστική θεωρία στο πεδίο που αντιμετωπίζει -η μαρξιστική θεωρία- τον άνθρωπο σαν ένα απόλυτα λογικό ον, τις τέχνες σαν εποικοδόμημα και την κατάκτηση, από τον λαό, της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής σαν πανάκεια για την οικοδόμηση μιας δίκαιης και δημοκρατικής κοινωνίας.
«Πιστεύω», γράφει ο Μίκης, «ότι είναι η αχίλλειος πτέρνα της μαρξιστικής θεωρίας το γεγονός ότι θεωρεί τον άνθρωπο ένα απόλυτα λογικό ον. Ενώ στην πράξη έχει αποδειχθεί ότι η λογική πλευρά του ανθρώπου αποτελεί το μισό ή και ακόμη λιγότερο της ύπαρξής του. Το υπόλοιπο θα το ονόμαζα υπερλογικό-μεταφυσικό-ζωώδες-κτηνώδες κ.λπ. Στην καλύτερή του εκδοχή είναι αυτό που θέτει στον εαυτό του ερωτήματα, όπου μόνο η θρησκεία, η τέχνη και η μεταφυσική μπορούν να δώσουν απαντήσεις. Εξ’ ου και η αποτυχία των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού να αντιμετωπίσουν τη θρησκεία, την τέχνη και ό,τι άλλο ξέφευγε από την ξερή λογική και εν πολλοίς οικονομίστικη αντιμετώπιση των προβλημάτων». (312)
Γιατί, δεν αρκεί να πάρει στα χέρια της η κοινωνία τα μέσα παραγωγής, αλλά πρέπει συνάμα να στοχεύσει στην υπαρξιακή ολοκλήρωση του ανθρώπου, που θα τον οδηγήσει στην πλήρη απελευθέρωσή του.
Η αγριότητα του πολιτισμού
Από τον 5ο π.Χ. αιώνα που οι Αθηναίοι έσφαξαν τον ανδρικό πληθυσμό της Μήλου έως τις ομαδικές σφαγές των αποικιοκρατών, και από τα αποτρόπαια εγκλήματα των χιτλερικών ναζί έως τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας και των χωρών της Μέσης Ανατολής από το ΝΑΤΟ, η ιστορία αποδεικνύει ότι, παρά την ανάπτυξη του πολιτισμού, το βασικό και κυρίαρχο στοιχείο που επικρατεί είναι η κτηνώδης πλευρά του ανθρώπου. Κι ότι «οι πολιτισμένοι λαοί μεταμορφώνονται σε ανθρώπινα κτήνη λόγω της τεράστιας δύναμης βίας και θανάτου που διαθέτουν». (311)
Επομένως, το όλο πρόβλημα του πολέμου, πρέπει να το εξετάσουμε και αναλύσουμε πέραν των δεδομένων οικονομικών συμφερόντων. Γιατί οι κτηνώδεις πράξεις δεν μπορούν να εξηγηθούν με μοναδικό κριτήριο το όποιο οικονομικό συμφέρον.
Ποιο να ήταν, άραγε, το οικονομικό συμφέρον των ναζί όταν απολάμβαναν να παρακολουθούν μαζί με τις συζύγους τους -πίνοντας σαμπάνια κάτω από τους ήχους της κλασικής μουσικής που έπαιζαν μουσικοί κρατούμενοι- τους δυστυχείς κρατούμενους των στρατοπέδων συγκεντρώσεως καθώς πέθαιναν από ασφυξία μέσα στους θαλάμους αερίων; Τι κέρδιζαν από μια τέτοια απόλαυση;
Άλλωστε οι Αθηναίοι το είπαν καθαρά στους κατοίκους της Μήλου: δεν τους έσφαζαν επειδή καθυστέρησαν τους φόρους (ήταν βέβαιοι ότι θα τους εισέπρατταν) αλλά για λόγους κύρους! Κι ήταν οι ίδιοι Αθηναίοι, οι οποίοι όταν επέστρεψαν στην Αθήνα, αγκάλιασαν την οικογένειά τους, φίλησαν τα παιδιά τους κι ύστερα πήγαν στο θέατρο για να απολαύσουν μια τραγωδία του Σοφοκλή ή του Αισχύλου, συνεχίζοντας τη ζωή τους κανονικά. Και ήταν η αθηναϊκή κοινωνία η οποία απολάμβανε τα οφέλη από την είσπραξη των φόρων και τη βίαιη καταπίεση των αδύνατων πόλεων-κρατών, μιας και το ταμείο της πλούσιας πόλης γέμιζε προς όφελος της πλειονότητας των πολιτών της.
Τη νέα περίοδο της μεταπολεμικής βαρβαρότητας «εγκαινίασε» η χρήση της ατομικής βόμβας και στις μέρες μας οι βομβαρδισμοί της Γιουγκοσλαβίας το 1999 από το ΝΑΤΟ. Όταν το πείραμα πέτυχε με τη συναίνεση των λαών της Ευρώπης (πλην των Ελλήνων), το «πρόγραμμα» του εξανδραποδισμού των λαών συνεχίστηκε στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και στη Συρία. Όσοι δε, συμμετείχαν στην παραγωγή των όπλων μαζικής καταστροφής (βιομήχανοι όπλων, έμποροι, κυβερνήτες, εργαζόμενοι) που σκότωσαν χιλιάδες αμάχους, γυναίκες και παιδιά, ζουν την καθημερινότητά τους όπως ακριβώς και οι Αθηναίοι του πέμπτου αιώνα, απολαμβάνοντας, επίσης, τα αγαθά που προσφέρει ο πόλεμος στις πατρίδες τους .
Οι «πολιτισμένοι» λαοί ευεργετούνται από τον πόλεμο
Είναι γεγονός, ότι οι πολεμικές βιομηχανίες παίζουν καθοριστικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη των μεγάλων κρατών. Των ΗΠΑ, της Ρωσίας, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Κίνας, της Σουηδίας κ.λπ. Τα κέρδη από τις πολεμικές βιομηχανίες βεβαίως προορίζονται, στο μεγαλύτερο μέρος τους, για τους καπιταλιστές, αλλά από την υψηλή φορολόγηση της πώλησης των όπλων τα πλούσια κράτη γεμίζουν τα ταμεία τους, ώστε οι κυβερνήσεις να κρατούν υψηλά το οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο αυτών των προνομιούχων λαών.
«Αυτό σημαίνει ότι τα επίπεδα ζωής αυτών των κοινωνιών εξαρτώνται όλο και περισσότερο από τις εξαγωγές πολεμικών προϊόντων. Και για να το πω με πιο ωμό τρόπο, την εξαγωγή θανάτου! Για να γίνει όμως αυτό –οι εξαγωγές- πρέπει να υπάρχουν πόλεμοι. Και όταν δεν υπάρχουν να τους δημιουργούμε εμείς οι ίδιοι, εάν θέλουμε το βιοτικό επίπεδο του λαού μας να παραμένει υψηλό. Το γεγονός αυτό, δηλαδή ότι τόσο σπουδαία κράτη είναι συνένοχα ως προς την ανάγκη εξαγωγής θανάτου, νομίζω ότι θα πρέπει να μας οδηγήσει στην αναθεώρηση πολλών αντιλήψεων» (356)
Εδώ ο Μίκης θέτει ένα σημαντικό ερώτημα: «Είναι όμως υπεύθυνες μόνον οι κυβερνήσεις; Μόνο οι εργοστασιάρχες και οι υπόλοιποι έμποροι όπλων; Ή μήπως στην ουσία είναι παράλληλα υπεύθυνοι και οι λαοί;»
Οι εργάτες που κατασκευάζουν τανκς, αεροπλάνα, βόμβες, χημικά όπλα δεν γνωρίζουν ότι κατασκευάζουν θάνατο;
«Και σε τί διαφέρουν από τους φτωχούς Κολομβιανούς που φτιάχνουν ηρωίνη και όλος ο κόσμος τους έχει στο στόχαστρο; Στο κάτω κάτω, η ηρωίνη είναι μία, εντός χιλιάδων εισαγωγικών «επιλογή», ενώ οι σφαίρες και οι βόμβες «επιλέγουν» αυτές τα θύματα, που συνήθως είναι αθώα γυναικόπαιδα… Ποιος, λοιπόν, είναι περισσότερο εγκληματίας; Ο χωρικός της Κολομβίας και του Αφγανιστάν ή ο εργάτης των ΗΠΑ, της Αγγλίας, της Ρωσίας κ.λπ.; Χιλιάδες λοιπόν τα εργοστάσια θανάτου- δεκάδες χιλιάδες οικογένειες που ζουν κατασκευάζοντας θάνατο» (356)
Άρα τα εκατομμύρια των ανθρώπων, που αποτελούν τις κοινωνίες του λεγόμενου «πολιτισμένου κόσμου», γίνονται συνεργοί στα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας από το τέλος του Β’ Παγκόσμιου πολέμου έως σήμερα.
Και θα έπρεπε σήμερα «να αποκαλυφθεί εκείνο που κρύβεται πίσω από τις λέξεις “βιομηχανία πολέμου” και να αντικατασταθεί με την αληθινή του σημασία: “ βιομηχανία θανάτου”.» (314)
Αυτή δε η βιομηχανία του θανάτου ενισχύεται και από μια ρατσιστική και στρατοκρατική αντίληψη, που δεν ενστερνίζονται μόνον οι κυρίαρχες τάξεις, όπως συνέβαινε έως τώρα, αλλά γίνεται αποδεκτή και από τα πλατιά λαϊκά στρώμματα, όπως π.χ. των ΗΠΑ. Μιλάμε δηλαδή για έναν «λαϊκό ιμπεριαλισμό» (556)
Και είναι ακριβώς αυτή η «βιομηχανία του θανάτου», που μαζί με την επιβολή του νόμου του ελεύθερου ανταγωνισμού της οικονομίας «διέπλασε εκατομμύρια ανθρώπους, που θεωρούν τον αδύνατο και όλους τους αδύνατους υποδεέστερους, σε βαθμό που να τους επιτρέπει να τους σκοτώνουν και να τους βασανίζουν χωρίς ντροπή. Θα έλεγα με υπερηφάνεια!» (556)
Οι βιομηχανίες πολέμου να γίνουν βιομηχανίες ειρήνης
Αυτή είναι πρόταση του Μίκη στους «Διαλόγους στο λυκόφως», αυτή ήταν και στην «Ομιλία στους Δελφούς», το 2006.
Δεν πρόκειται να υπάρξει ειρήνη στη γη, επισημαίνει ο Μίκης, όσο θα υπάρχουν και θα γιγαντώνονται οι βιομηχανίες θανάτου. Επομένως, «όλοι εμείς οι “φτωχοί” λαοί θα πρέπει να φροντίσουμε να αποκαλυφθεί η αλήθεια και να καλέσουμε τους “πλούσιους” λαούς να αναλάβουν τις ευθύνες τους». (357)
Οι διανοούμενοι, οι συνδικαλιστές, τα κόμματα και οι ενώσεις, οι ίδιοι οι λαοί των ΗΠΑ, της Ρωσίας, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Κίνας, θα πρέπει να αποτινάξουν πάνω από τις χώρες τους αυτή τη βαριά κατηγορία της συνεργίας στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. «Πώς; Διαλύοντας τις βιομηχανίες πολέμου και μετατρέποντας τες σε βιομηχανίες ειρήνης» (314)
Βεβαίως εδώ εγείρεται το ερώτημα: Τί θα απογίνουν οι χιλιάδες εργαζόμενοι; Θα μπορέσουν να απορροφηθούν από τις νέες βιομηχανίες της ειρήνης; Υπάρχει το ανάλογο καταναλωτικό κοινό που θα στραφεί στα «προϊόντα της ειρήνης»;
Ο Μίκης απαντά: «Ας προσπαθήσουμε να το δημιουργήσουμε, βοηθώντας τις χώρες του τρίτου κόσμου να ανεβάσουν το βιοτικό τους επίπεδο, για να γίνουν καταναλωτές ειρηνικών προϊόντων αντί να είναι, όπως σήμερα, αντικείμενα μιας απάνθρωπης εκμετάλλευσης και ζωντανά πεδία βολής…
Η προοπτική αυτή, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να είναι ιστορικά ένα από τα κύρια περιεχόμενα της πολιτικής μιας σύγχρονης διεθνούς Αριστεράς». (357)
Για τον Μίκη «ο βασικός ρόλος της Αριστεράς σήμερα πρέπει να είναι η υπεράσπιση της ειρήνης. Σε τοπικό-κοινωνικό επίπεδο, η αναζήτηση εκείνων των βαθύτερων στοιχείων που συνθέτουν την ανθρώπινη προσωπικότητα και η προπαγάνδισή τους μέσα στον λαό, ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη λαϊκή ενότητα γύρω από αυτήν». Σ’ αυτό το σημείο, όμως, ο Μίκης επισημαίνει κάτι πολύ σημαντικό: «δύο νέα στοιχεία που λείπουν από το ιδεολογικό οπλοστάσιο της Αριστεράς: ελεύθερος χρόνος και πολιτισμός» (358).
Ελεύθερος χρόνος και πολιτισμός
«Η πόλη, γράφει ο Μίκης, « για να λειτουργήσει σωστά και δίκαια, ανακάλυψε την πολιτική, με σκοπό να εναρμονίσει τις ανομοιότητες συνθέτοντας τις αντιθέσεις, με σκοπό το γενικό καλό, την πρόοδο και την ευημερία. Για να επιτευχθούν όμως όλα αυτά χρειάζεται να βγει στην επιφάνεια η πεμπτουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, που αρχίζει από εκεί που σταματούν οι υλικές ανάγκες τού ανθρώπου- δηλαδή πέρα από τα όρια του φυτικού και ζωικού κόσμου. Όπου ο άνθρωπος γίνεται πραγματικά άνθρωπος. Δηλαδή πολιτισμένος.» (363)
Όμως, απαραίτητη προϋπόθεση «για να βγει στην επιφάνεια η πεμπτουσία της ανθρώπινης ύπαρξης» είναι η εξασφάλιση του απαραίτητου ελεύθερου χρόνου που θα επιτρέπει στον άνθρωπο να επικοινωνήσει και συλλειτουργήσει με τα έργα τέχνης.
Σήμερα ζούμε ένα τραγικό φαινόμενο: την παγκόσμια κρίση του πολιτισμού, που οδηγεί την «πόλη» στην πλήρη αποσύνθεση της. Διότι «η κυρίαρχη διεθνής ιδεολογία περιφρονεί τον ρόλο του πολιτισμού στη συγκρότηση της ανθρώπινης κοινωνίας. Καταργεί στην πράξη τα σύνορα ανάμεσα στο ζωώδες και το ανθρώπινο, καθώς αντιμετωπίζει τον άνθρωπο σαν μια μηχανή που δημιουργεί και καταναλώνει αποκλειστικά υλικά αγαθά. Και μάλιστα με τη γενίκευση-παγκοσμιοποίηση του νόμου της ζούγκλας, δηλαδή του νόμου του ισχυρότερου σε οικονομική και στρατιωτική ισχύ. Έτσι, αντί της αρμονίας (εναρμόνιση), επικρατεί το χάος, δηλαδή η ψυχική, πνευματική και ηθική αποσύνθεση, που κάθε μέρα επεκτείνεται κατακτώντας ολοένα και περισσότερα κοινωνικά σύνολα έως ολόκληρους λαούς». (363)
Την ώρα που η Τέχνη βρίσκεται μπροστά τα μάτια των ανθρώπων σαν μια αστείρευτη πηγή που αναβλύζει κρυστάλλινο νερό, οι άνθρωποι υποφέρουν από δίψα γιατί δεν την βλέπουν! Έτσι οι άνθρωποι «αποξηραίνονται και, τέλος, ό,τι καλύτερο έχουν μέσα τους πεθαίνει από την ξηρασία, γίνεται ένα ξερό κούτσουρο στη διάθεση των ισχυρών, μια και η λογική της απόλυτης εκμετάλλευσης κάνει αναγκαίο για τα σχέδια των ισχυρών, τον μετασχηματισμό του ανθρώπου-ανθρώπου σε άνθρωπο-κούτσουρο». (365)
Το σύστημα, στη νέα ιμπεριαλιστική του φάση με την επικυριαρχία της εξουσίας του χρήματος επί της πολιτικής εξουσίας και τον πόλεμο, δημιουργεί τον νέο τύπο ανθρώπου. Τον άνθρωπο-μηχανή για την υπερπαραγωγή και υπερκατανάλωση υλικών αγαθών.
Ταυτόχρονα, το σύστημα έχει εγκαταστήσει στην κοινωνία εκείνον τον αξιακό κώδικα που αξιολογεί την ανθρώπινη προσωπικότητα ανάλογα με την καταναλωτική του δυνατότητα και έχει επιβάλλει το δόγμα «καταναλώνω άρα υπάρχω», ενώ προηγουμένως είχε εξυψώσει τα υλικά αγαθά ως πρωταρχικά και μέγιστα στοιχεία της ανθρώπινης προσωπικότητας και ύπαρξης.
Ο Μίκης διείδε, από την περίοδο της ραγδαίας ανάπτυξης της τεχνολογίας όταν οι κοινωνίες νόμιζαν ότι η τεχνολογική ανάπτυξη θα τους εξασφάλιζε τον απαραίτητο χρόνο για την ανάπτυξη της παιδείας, του πολιτισμού και της δημοκρατίας, ότι ο καπιταλισμός θα υφάρπαζε αυτήν την τεράστια κατάκτηση, θα την εκμεταλλευόταν προς όφελός της κερδοσκοπικής του βουλιμίας και της ενίσχυσης της εξουσίας του και θα την έστρεφε ενάντια στον ίδιο άνθρωπο.
Δυστυχώς, ο Μίκης δεν διαψεύστηκε και η μεγάλη τεχνολογική ανάπτυξη μαζί με την αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης έφεραν μια νέας μορφής δουλεία: Τη σημερινή «δουλειά», που η σοφή ελληνική γλώσσα αρνείται να ονομάσει «εργασία».
Τα εκατομμύρια των εργαζομένων του πλανήτη, οι οποίοι ξυπνούν κάθε πρωί για να κάνουν τις εξοντωτικές (σωματικά ή ψυχικά) δουλειές που απεχθάνονται, είναι οι σύγχρονοι δούλοι.
Κι αυτοί οι σύγχρονοι δούλοι, όταν ολοκληρώσουν τη δουλειά της ημέρας, επιστρέφουν στα σπίτια τους εξαντλημένοι, άδειοι από σωματικές, ψυχικές δυνάμεις και συναισθήματα. Άδειοι από «ανθρωπομονάδες»4.
Άραγε πόση επικοινωνία με τα έργα τέχνης και τον πολιτισμό είναι δυνατόν να έχουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι;
Γιατί για ν’ ανθίσει ο πολιτισμός και μαζί του κι ο άνθρωπος, προϋποθέτει συνθήκες αδούλωτης εργασίας, δηλαδή ένα πεδίο δράσης όπου θα αναπτύσσονται οι δημιουργικές δυνατότητες του ανθρώπου.
«Πόλεμος ή ειρήνη;»
Ποια είναι η θέση του πολιτισμού σήμερα σε μια παγκόσμια κοινωνία που εκβαρβαρίζεται;
Ο πολιτισμός δεν είναι μόνον οι γνώσεις και η πνευματική καλλιέργεια, αλλά «είναι κάτι πολύ πιο βαθύ, όπως η φυσική ευγένεια, ο αλτρουισμός, η αγάπη και ο γενικευμένος λαϊκός πολιτισμός, δηλαδή χαρίσματα που προσφέρει μόνο η ειρήνη, ο πλούσιος ελεύθερος χρόνος και η διαγραφή της βίας από τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και των λαών. Είναι τέλος, η ανάγκη του ανθρώπου να ανακαλύψει και να ταυτιστεί με το φαινόμενο της αρμονίας». Ενόσω ο πόλεμος αποτελεί εξαγώγιμο βιομηχανικό προϊόν και «οι κοινωνίες των πλούσιων χωρών διέπονται από τον νόμο της υπερκατανάλωσης σε βάρος των φτωχών χωρών, δεν μπορούμε να μιλάμε για πολιτισμό. Αντιθέτως θεωρώ ότι ο ουσιαστικός εκβαρβαρισμός της παγκόσμιας κοινωνίας έχει φτάσει σήμερα στο υψηλό σημείο του, με τάση αυξητική, που ίσως καταλήξει κάποτε στη γενικευμένη χρήση της ατομικής βόμβας». (312)
Ο Αμερικανός πρόεδρος Μπους, λίγο μετά την ισοπέδωση του Αφγανιστάν και του Ιράκ, δήλωσε: «Ή μαζί μας ή εχθροί μας».
Ο Μίκης, σε μια συνέντευξή του το 2005, αναρωτιέται πού είναι αυτό το «μαζί». Στην περαιτέρω βοήθεια προς τις ΗΠΑ στην πολεμική τους εκστρατεία ενάντια στους λαούς της Ανατολής; Άλλωστε ήταν το ΝΑΤΟ ήταν που βομβάρδιζε και στο ΝΑΤΟ συμμετέχουν και μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη. Άραγε, μετά τους λαούς της Ανατολής ποιοι λαοί θα χαρακτηριστούν από τις ΗΠΑ ως «άξονας του κακού» (όπως χαρακτηρίστηκαν οι λαοί της Γιουγκοσλαβίας, του Ιράκ και του Αφγανιστάν) και θα βάλουν στόχο να τους εξοντώσουν; Κι η Ευρώπη τί θα απαντήσει σ’ αυτό το δίλημμα;
«Από την απόφαση των Ευρωπαίων σ’ αυτό το ιστορικό ερώτημα, που αργά ή γρήγορα θα τεθεί μπροστά τους, θα κριθεί και το μέλλον της Ευρώπης», απαντά ο Μίκης και θέτει το πραγματικό δίλημμα: Πόλεμος ή ειρήνη;
Η εξέλιξη των γεγονότων από το 2005 μέχρι σήμερα, μάλλον μας έχει δώσει την απάντηση για την απόφαση των Ευρωπαίων…
Αντί επιλόγου
Θεωρώντας ότι τα τέσσερα άρθρα για τους «Διαλόγους στο λυκόφως» είναι μια πρώτη προσέγγιση της θεοδωρακικής σκέψης και πρόσκληση για μια ολοκληρωμένη μελέτη, η οποία θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο επιστημονικής έρευνας πολλών επιστημονικών κλάδων, αφήνω ανοικτό το πεδίο των συμπερασμάτων και του επιλόγου και θα αρκεστώ να παραθέσω στους αναγνώστες μας τις τελευταίες σκέψεις μου (αλλά όχι τελικές) για το μαγευτικό βιβλίο «Διάλογοι στο λυκόφως».
Ο λόγος του Μίκη ρέει σαν ένα «τραγούδι-ποταμός», που αν το ακούσεις σχηματίζοντας γύρω σου μια νοητή αναλίσκουσα σπείρα λόγου και μουσικής κι ενωθείς μαζί της, θα αισθανθείς ότι ανεβαίνεις προς τ’ άστρα. Τότε θ’ αρχίσει να σου φανερώνεται η διαδρομή προς την συμπαντική αρμονία. Το αν θα αποφασίσεις να κάνεις τη διαδρομή με σκοπό την ταύτισή σου μαζί της, αυτό είναι προσωπική υπόθεση, γιατί μια τέτοια απόφαση προϋποθέτει πολύ αγώνα, κόπο και θυσίες.
Για να γίνει, όμως, η κατανόηση του νόμου της συμπαντικής αρμονίας συλλογική ανάγκη, προϋποθέτει άλλες πολιτικές δυνάμεις και μιαν άλλη Αριστερά… Εκείνη την Αριστερά που θα γεννηθεί στο μέλλον. Είμαστε, άραγε, πολύ μακριά από την κατάκτηση αυτού του στόχου; Ίσως όχι… Ποιος μπορεί να γνωρίζει, άλλωστε, τί θα γεννήσει η ιστορία; Αξίζει, όμως, να ξεκινήσουμε. Και για να ξεκινήσουμε πρέπει να πιάσουμε το νήμα από την αρχή. Πόλεμος ή ειρήνη;
ΤΕΛΟΣ
Υστερόγραφο: Ευχαριστώ τον Μίκη Θεοδωράκη και γι αυτό το μαγευτικό ταξίδι στα πελάγη της σκέψης του.
Ευχαριστώ τους πέντε φίλους του Μίκη για την επιστολή τους, η οποία αποτέλεσε τον επίλογο των «Διαλόγων στο λυκόφως», και αναζωπύρωσε την πίστη μου στον άνθρωπο και τη ζωή.

Σχόλια